Φρειδερίκος Ιούλιος Σμίτιος ( 1825 - 1884 )

Γερμανία

Αστρονόμος, γεωφυσικός και διευθυντής του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών την περίοδο 1858-1884.
Γεννήθηκε το 1825 στο Eutin του Δουκάτου του Holstein στη Γερμανία. Ήδη από τα γυμνασιακά του
χρόνια έγινε σαφής η κλήση του Schmidt στις φυσικές επιστήμες. Μεταξύ των πρώιμων επιστημονικών
του αναγνωσμάτων συγκαταλεγόταν το έργο του αστρονόμου του 18ου αιώνα Johann Hieronymus
Schroeter σχετικά με τις φάσεις της Σελήνης, το οποίο υπήρξε καθοριστικό για το μελλοντικό του
επιστημονικό προσανατολισμό. Τις βασικές του γνώσεις στην Αστρονομία τις απέκτησε πλάι στο
φημισμένο γερμανό αστρονόμο Christian Karl Ludwig Rümker του οποίου υπήρξε μαθητής και αργότερα
συνεργάτης στο Αστεροσκοπείο της χανσεατικής πόλης Αμβούργου. Ακολούθως συνεργάστηκε με τον
Johann Friedrich Benzenberg στο Αστεροσκοπείο του Düsseldorf. Στη Βόννη και στο αστεροσκοπείο
της, υπό τη διεύθυνση του Friedrich Wilhelm August Argelander, ολοκληρώθηκε μια μακρά πορεία
μαθητείας για να αναλάβει τελικά το 1853 το ιδιωτικό αστεροσκοπείο του Eduard von Unkrechtsberg στο
Olmütz (Μοραβία, Αυτοκρατορία Αυστρίας).


Στις 4 Δεκεμβρίου 1858 διαδέχθηκε τον Ιωάννη Παπαδάκη στη διεύθυνση του Εθνικού Αστεροσκοπείου
Αθηνών. Το έργο του εκεί υπήρξε πολυεπίπεδο και πολυσχιδές. Ο Schmidt “μετέγγισε” σημαντικές
δόσεις γερμανικής τεχνογνωσίας, ικανές να βελτιώσουν τις επιδόσεις του αρτισύστατου βασιλείου στις
φυσικές επιστήμες. Στα 25 χρόνια ευδόκιμου θητείας στο Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών, χάρη στο
ζήλο του και τη γενναία οικονομική υποστήριξη από τον ευπατρίδη βαρόνο Σίμωνα Σίνα, ο Schmidt
πέτυχε να εκσυγχρονίσει τον εξοπλισμό του Αστεροσκοπείου ενώ ταυτόχρονα ανέλαβε πρωτοβουλίες για
τη συντήρηση των υπαρχόντων οργάνων του. Επί ημερών του η βιβλιοθήκη του Αστεροσκοπείου
εμπλουτίστηκε και ξεκίνησε η έκδοση του περιοδικού Δημοσιεύσεις του Αστεροσκοπείου Αθηνών.
Ταυτόχρονα, ο Schmidt δεν παρέλειψε να ενισχύσει το μετεωρολογικό τμήμα. Περιοδεύοντας την Αττική
κατέγραψε τις μετεωρολογικές του παρατηρήσεις και μετρήσεις, τις οποίες θα δημοσιεύσει στο δίτομο
έργο του με τίτλο Beitrage zur Physikalischen von Griechland (1864) ενώ σε συνεχή επικοινωνία με το
Αστεροσκοπείο του Παρισιού αποστέλλει πίνακες με μετεωρολογικά στοιχεία για περαιτέρω
επεξεργασία. Σημαντικό ήταν το ενδιαφέρον του και για τη σεισμολογία. Στο πλαίσιο αυτό οργάνωσε
κλιμάκιο εθελοντών το οποίο κατέγραψε πάνω από τρεις χιλιάδες σεισμούς ενώ στα 1867 μεταφράζεται
και εκδίδεται η πραγματεία του σχετικά με τον σεισμό στην Κεφαλλονιά το ίδιο έτος. Τις παρατηρήσεις
αυτές τις δημοσιεύει και στο έργο του Studien über Erdbeben το 1875. Επίσης, επί σειρά ετών
παρακολουθεί το ηφαίστειο της Σαντορίνης μετά την έκρηξη του το 1866. Τα πορίσματα από τις
παρατηρήσεις της δραστηριότητας αυτού του ηφαιστείου, καθώς και τριών ακόμη (Βεζούβιος, Έτνα,
Στρόμπολι) τις δημοσιεύει το 1874. Στο πλαίσιο των γεωγραφικών και αρχαιολογικών ενδιαφερόντων
του, ο Σμιτ συμμετείχε τόσο σε γεωγραφικές όσο και σε αρχαιολογικές ανασκαφές με σκοπό τον
εντοπισμό της αρχαίας Τροίας. Ωστόσο, η σημαντικότερη συμβολή του εντοπίζεται στον τομέα της
σεληνογραφίας. Τα πορίσματά του δημοσιεύθηκαν στον τοπογραφικό χάρτη της Σελήνης, (Charte der
Gebirge des Mondes nach eigenen Beobachtungen in den Jahren 1840-1874), έργο το οποίο εκδόθηκε με
έξοδα του πρωσικού υπουργείου παιδείας το 1878 στο Βερολίνο. Στα 25 τμήματα που το αποτελούν το
έργο, αποτυπώνεται με τη μεγαλύτερη δυνατή ακρίβεια η μορφολογία της σεληνιακής επιφάνειας.