Ρίτσαρντ Τσωρτς ( 1785-1873 )

Ηνωμένο Βασίλειο

Ο Richard Church (εξελ.: Ρίτσαρντ Τσωρτς) υπήρξε Βρετανός στρατιωτικός.

Γεννήθηκε στις 23 Φεβρουαρίου 1784 στο Κορκ της Ιρλανδίας. Δευτερότοκος υιός του κουακέρου εμπόρου Matthew Church, εγκατέλειψε τη γενέτειρά του σε ηλικία 16 ετών για να καταταγεί στον Βρετανικό Στρατό, αρχικά ως σημαιοφόρος στο 13ο Σύνταγμα Πεζικού του Σόμερσετ. Το 1801 έλαβε μέρος στη μάχη του Αμπουκίρ στην Αίγυπτο εναντίον των δυνάμεων του Ναπολέοντα και το επόμενο έτος προήχθη σε υπολοχαγό στο 37ο Σύνταγμα Πεζικού. Το 1806 έγινε λοχαγός και το 1808 Βοηθός Γενικός Φροντιστής στη Σικελία. Το 1809 συμμετείχε στην αποστολή που κατέλαβε τα Ιόνια Νησιά, τα οποία τότε βρίσκονταν υπό γαλλική κατοχή. Το ίδιο έτος έλαβε τον βαθμό του ταγματάρχη και τρία χρόνια αργότερα προήχθη σε αντισυνταγματάρχη.

Την περίοδο της δράσης του στα Επτάνησα, ο Church έλαβε την άδεια της βρετανικής κυβέρνησης να ιδρύσει ελληνικά τάγματα. Ανάμεσα στους στρατιώτες και τους αξιωματικούς των μονάδων αυτών ήταν ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης και άλλοι Έλληνες που είχαν διαφύγει από την ηπειρωτική Ελλάδα. Εντούτοις, λίγο μετά την υπογραφή της πρώτης Συνθήκης των Παρισίων (Μάιος 1814), η βρετανική κυβέρνηση αποφάσισε, ύστερα από πίεση της Υψηλής Πύλης, να αφοπλίσει τα ελληνικά αγήματα. Μετά το τέλος των Ναπολεόντειων Πολέμων, ο Church συμμετείχε στο συνέδριο Ειρήνης της Βιέννης (1814-1815), υποστηρίζοντας την ανάγκη να περιέλθουν υπό βρετανική κυριαρχία όχι μόνο τα Ιόνια Νησιά, αλλά και η Πάργα και άλλες (πρώην) βενετικές κτήσεις στην περιοχή της Ηπείρου. Σε υπόμνημα μάλιστα που υπέβαλε στη βρετανική αντιπροσωπεία υποστήριξε ότι η Βρετανία έπρεπε να αναλάβει τον ρόλο της προστάτιδας δύναμης των Ελλήνων.

Το 1817, αφού πρώτα έλαβε άδεια από τη βρετανική κυβέρνηση, μετέβη στη Νεάπολη και ετέθη, ως υποστράτηγος πλέον, στις υπηρεσίες του βασιλιά των Δύο Σικελιών, Φερδινάνδου Α΄. Το 1826, συγκλονισμένος από την πολιορκία του Μεσολογγίου, ο Church αποφάσισε να προσφέρει τις υπηρεσίες του στην Ελληνική Επανάσταση. Τον Φεβρουάριο του 1827 αποβιβάστηκε στην Ερμιόνη, συμβάλλοντας στον τερματισμό των διενέξεων μεταξύ των αντίπαλων ελληνικών παρατάξεων. Τον Μάρτιο του 1827, η Γ΄ Εθνοσυνέλευση της Τροιζήνας τον διόρισε αρχιστράτηγο των κατά Ξηρά Δυνάμεων, ύστερα από πρόταση του Κολοκοτρώνη. Πρώτη αποστολή του Church ήταν η ενίσχυση του Γεώργιου Καραϊσκάκη, που μαχόταν στο Φάληρο και στο Κερατσίνι -δίχως πάντως να πετύχει την άρση της πολιορκίας της Ακρόπολης από τις δυνάμεις του Κιουταχή.

Το 1829, μετά την ανάληψη χρεών κυβερνήτη από τον Ιωάννη Καποδίστρια, ο Church απελευθέρωσε τη Βόνιτσα, το Αιτωλικό και το Μεσολόγγι, αποκαθιστώντας την ελληνική κυριαρχία στη Δυτική Ελλάδα. Σύντομα, όμως, παραιτήθηκε, εκφράζοντας με την ενέργεια αυτή τη δυσαρέσκειά του για την απόφαση του κυβερνήτη να διορίσει τον αδελφό του, Αυγουστίνο Καποδίστρια, πληρεξούσιο τοποτηρητή στη Δυτική Ελλάδα. Μετά την ίδρυση του ελληνικού βασιλείου, ο Church έλαβε την ελληνική ιθαγένεια και διορίστηκε Σύμβουλος της Επικρατείας, ενώ το 1836 ανέλαβε χρέη Γενικού Επιθεωρητή του Στρατού. Ενεπλάκη παρασκηνιακά στην Επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου 1843, που σηματοδότησε τη μετάβαση της Ελλάδας από το πολίτευμα της απόλυτης μοναρχίας σε αυτό της συνταγματικής μοναρχίας. Στις βουλευτικές εκλογές που διεξήχθησαν το ίδιο έτος, εξελέγη πληρεξούσιος Ζυγού Αιτωλίας. Ιστορική έχει μείνει η στάση του κατά τη διαμάχη που έλαβε χώρα στην Εθνοσυνέλευση του 1844 μεταξύ αυτόχθονων και ετερόχθονων, όταν, αγανακτισμένος από την επιχειρηματολογία των αυτόχθονων βουλευτών, τους αποκάλεσε «Γκαϊντούρια» -αυτή ήταν η μοναδική λέξη που χρησιμοποίησε ο γηραιός φιλέλληνας κατά την αγόρευσή του…

Το 1844 ο Church διορίστηκε γερουσιαστής από τον βασιλιά Όθωνα, διατηρώντας το αξίωμα αυτό έως την κατάργηση της Γερουσίας, δύο δεκαετίες αργότερα. Το ίδιο έτος, αντικαταστάθηκε στη θέση του Γενικού Επιθεωρητή από τον Θεόδωρο Γρίβα και παραιτήθηκε από το στράτευμα, ολοκληρώνοντας, σε ηλικία 60 ετών, τη μακρά στρατιωτική του σταδιοδρομία. Το 1854, ο Όθων του απέμεινε τιμητικά τον βαθμό του στρατηγού. Παρέμεινε στην Αθήνα μέχρι τον θάνατό του, στις 20 Μαρτίου 1873. Η κηδεία του στο Α΄ Νεκροταφείο έγινε δημοσία δαπάνη. Το σπίτι όπου διέμενε στην Πλάκα, γνωστό και ως «ο πύργος του Τσωρτς», βρίσκεται στην οδό Σχολείου 5.